Τρίτη 9 Απριλίου 2013

εκεί που οι μπλαβιασμένες μαριονέτες...



In the forest lives a monster/and he look so very much like me/is there someone hear me singing?/please save me/please rescue me/who will love me now/who will ever love me/who will say to me you are my desire/I’ll set you free


ανέκαθεν ήλπιζα ότι δεν είμαι μία από αυτούς. ήλπιζα ότι η καρδιά μου δεν είχε αναλύσει σαν το λίπος ενός προσώπου.


Ναι, είχαμε κοινά μ' αυτούς. Λίγα. Τα πυρετικά μάτια, η ντροπή για τα σκατόχαρτα που κερδίσαμε (?) κάνοντας σκατοπράγματα, με έναν σκοπό-να γίνουμε (σκατά). Το δηλητηριώδες αίμα που καταπώθηκε μπούκες ολόκληρες και καυτές από κάτι βλεννογόνους υποβιβασμένες σε εργαλεία κωλονοσκόπησης.
Τα βιδωμένα μεταξύ τους σαγόνια, τα άδεια μάτια τα μαύρα καθρέφτης πτωμάτων ανασαίνοντων στοιβαγμένων ανάμεσα σε μέταλα σουβλιά και θρύψαλα και πλαστικά και αδειανά περιεχόμενα με την τελευταία σταγόνα να γυαλίζει προκλητικά, κορμιά πονεμένα, πολύ πονεμένα, πονεμένα μέσα κι έξω,  κι όλα τα μέσα έξω, κατάχαμα στο πεζοδρόμιο να ποδοπατιούνται με θράσος νυχθημερόν από τα αόρατα βήματα των φαντασμάτων της πόλης.


Μαθαίνεις να φέρεσαι. Να παραφέρεσαι. Στο τέλος, να υποφέρεσαι. Δείχνοντας την καρδιά σου που μόνος σου έσφαξες, σαν ανάπηρο παιδί περιφέροντας την, εκμεταλλευόμενος την δυστυχία της, φερόμενος και πάλι σκατένια στον κόσμο μας, στον κόσμο σου, να κονομήσεις λίγη ακόμα από τη λύπηση που θα θρέψει τη μικρότητά σου.


Όχι, δεν σε έπνιξε το σύστημα, εσύ πνίγηκες. Που ήσουν δειλός να πολεμήσεις στο αντάρτικο της κοινωνίας μας με όποια σωματικά σου ελαττώματα, γιατί εγκατέλειψες τη μάχη, σα τον ανάξιο αγωνιστή, που αλητεύει σπάζοντας καρτοτηλέφωνα στη Πανεπιστημίου με μάρμαρα, αλλά προσφέρει ατέλειωτες ώρες στοματικού έρωτος στον Αφεντικούκο του, για να μην είναι αυτός εκείνος που θα απολυθεί λόγω περικοπών. Σα τον μαχητή που στο πρώτο δακρυγόνο ανάβει την Τι-Βι να δει τι απόγινε τελικά εκεί που ένα μάτσο κωλόπαιδα αποφάσιζαν για τη ζωή του.




Αποφάσισα να πιστέψω πως όλοι μπορούμε να είμαστε άνθρωποι με αισθήματα που παράγονται από αγνή ενδορφίνη. Την κανονική, όχι αυτή που κοτσάρεις σα φτηνό σοβά για να μπαλώσεις έναν μαδημένο τοίχο. (Τυπώνοντας αρχικά, εκ παραδρομής έγραψα "τύχο", πράμα αλλόκοτο, μιας και από τα μικράτα μου υπήρξα ορθογραφημένη όσο και αυτοκαταστροφική. Τυχαίο? δεν το' ψαξα και πολύ...)



Κι εκεί που ζούσα το Ρομάντζο μου μακριά από το θέατρο του θανάτου, μακριά από σχοινοβάτες και τσίρκο πια, βρέθηκα να παρακολουθώ μια παράσταση στημένη τόσο ευρηματικά, όσο ευρηματικά μπορείς να καταστρέψεις μια ζωή με χίλιες δυο πατέντες και κόλπα και μυστικά κοινά καλύτερης ξεφτίλας.

Μικρού μήκους ταινία. Δωρεάν το εισητήριο. Δωρεάν πλανάται η αντίληψη πως είσαι τόσο δεν είσαι ψαγμένος σινεφίλ, που θα εκτιμήσεις κάθε κινηματογραφική χλέπα που θα σου ρίξουν ξεδιάντροπα στη μούρη. Και δεν θα το καταλάβεις καν πως σε τράβηξαν σ' εκείνον τον σιχαμερά κακής αισθητικής κινηματογράφο με τις σκονισμένες μοκέτες με τα αποτσίγαρα και σκηνές με μπάτσους που κυνηγάνε μεθαμφεταμίνες με υγρά μπαταρίας και πράσινους ελέφαντες.


Και μετά, χαρούμενος για το χάπι-εντ, θα φας το χάπι ιν δι εντ και θα κοιμηθείς χαμογελώντας ξημερώματα, χαμογελώντας που δεν ήξερες, βαρύς μέσα στη βαρύτητα της σκέψης σου που ήδη τρέχει.





Αγαπώ, σ' αγαπώ ανυπεράσπιστη μου χαρά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου